Κώστας Χατζόπουλος


Γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1868, στο σχολαρχείο του οποίου φοίτησε. ΄Ηταν το πρώτο παιδί από τα πέντε του έμπορα από το Βάλτο (Χαλκιόπουλο) Γιάννη Χατζόπουλου. Η μητέρα του, Θεοφανή Στάικου, ήταν μοναχοκόρη μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες του Αγρινίου. Οι γονείς της ζήτησαν από το γαμπρό τους να πάρουν κοντά τους και να μεγαλώσουν το πρώτο παιδί τους, τον Κώστα. Ο Χατζόπουλος παρακολούθησε το γυμνάσιο στο Μεσολόγγι και στη συνέχεια φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επέστρεψε ως δικηγόρος στο Αγρίνιο. Έχοντας λύσει το βιοποριστικό του πρόβλημα, λόγω της μεγάλης κτηματικής περιουσίας, που κληρονόμησε από τους γονείς της μητέρας του, εγκατέλειψε το επάγγελμα πολύ σύντομα και αφιερώθηκε στη λογοτεχνία. Έτσι εγκαταστάθηκε και πάλι στην Αθήνα, όπου αναμίχθηκε ενεργά στην τότε πνευματική ζωή. Το 1897 πήρε μέρος ως έφεδρος αξιωματικός του στρατούστον Ελληνοτουρκικό πόλεμο. Η εμπειρία του από την κατάσταση του ελληνικού στρατού ήταν απογοητευτική και αυτό, μαζί με την ιδεολογική στροφή του, συνετέλεσε στην τελική απόρριψη της Μεγάλης Ιδέας, γεγονός που εξέφρασε στο διήγημά του Αντάρτης (1907), το οποίο αναφέρεται ακριβώς στον πόλεμο αυτό.

Ο Κωστής Παλαμάς, ένας από τους θαυμαστές του, θυμούμενος τα κοινά μαθητικά τους χρόνια στο Μεσολόγγι, γράφει: "...Τον αγναντεύω όξω από το σπίτι μου μαθητούδι, έφηβο, να προχωρεί στο δρόμο, φροντισμένο, κομψοντυμένο, στα κατάλευκα. ΄Υστερα από χρόνια βρεθήκαμε ανταμωμένοι στην Αθήνα. Εγώ πρεσβύτερος, κάπως ακουσμένος με τους στίχους μου, σκόρπιους εδώ κι εκεί. Ο Χατζόπουλος ήταν ένα έξυπνο παιδί, ζωηρό, ανυπόταχτο, διαχυτικό ή συμμαζεμένο, μα αξιαγάπητο, που μου κίνησε την προσοχή, μου ξύπνησε τη συμπάθεια. Και στο τέλος το θαυμασμό".(Από τον πρόλογο του Τάκη Αδάμου στη δεύτερη έκδοση του ηθογραφίας του Χατζόπουλου "Ο πύργος του Ακροποτάμου". Αθήνα 1987).

Στη Νεοελληνική Λογοτεχνία ο Κώστας Χατζόπουλος εμφανίστηκε σε νεαρή ηλικία, το
1884, δημοσιεύοντας το ποίημά του "Έλα Ξανθή" στην εφημερίδα "Εβδομάς". Χρησιμοποιούσε συνήθως το φιλολογικό ψευδώνυμο Πέτρος Βασιλικός. Ήταν δημοτικιστής και στον αγώνα μεταξύ καθαρευουσιάνων και δημοτικιστών που μαινόταν την εποχή εκείνη, βοήθησε με την έκδοση του περιοδικού "Η Τέχνη", που εξέδωσε από το 1897 ως το 1899
.

Το
1900 ο Κώστας Χατζόπουλος αναχώρησε για τη Γερμανία. Σπούδασε στο Μόναχο, στη Δρέσδη και στη Λειψία και εντρύφησε στη φιλολογία και την ποίηση των βόρειων λαών, που επηρέασαν το έργο του. Εκεί παντρεύτηκε τη Φιλανδή σπουδάστρια Sanny Haggman. Εκεί ασπάστηκε και τον Μαρξισμό. Ήταν ο πρώτος μεταφραστής στα ελληνικά του
Κομμουνιστικού Μανιφέστου, των Μαρξ και Ένγκελς, που δημοσιεύτηκε στον "Εργάτη" του Βόλου το 1908. Επίσης, ίδρυσε στο Μόναχο τη "Σοσιαλιστική Δημοκρατική Ένωση". Τέλος, ίδρυσε στο Μόναχο και στο Βερολίνο "Αδελφάτα της Δημοτικής", όπου συγκεντρώνονταν Έλληνες και Γερμανοί διανοούμενοι που ενδιαφέρονταν για το ελληνικό γλωσσικό ζήτημα.
Το
1914, με την έκρηξη του Α' Παγκόσμιου Πόλεμου, επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να δημοσιεύει τα διηγήματα και μυθιστορήματα που είχε γράψει κατά καιρούς στην Ελλάδα και τη Γερμανία. Το 1917 εργάστηκε σε μια υπηρεσία λογοκρισίας. Το 1920, και ενώ ταξίδευε με καράβι προς την Ιταλία
, πέθανε εν πλω και θάφτηκε στο κοιμητήριο του Μπρίντεζι.
Η γενέτειρα πόλη του, το
Αγρίνιο
, σε ένδειξη τιμής έδωσε το όνομά του σε κεντρική πλατεία της πόλης.

Έργο
Το έργο που άφησε περιλαμβάνει:

Ποιητικές συλλογές: "Τραγούδια της ερημιάς" και "Ελεγεία και Ειδύλλια" (
1898), "Απλοί τρόποι" και "Βραδινοί θρύλοι" (1920)

Πεζογραφία: "Το φθινόπωρο" (
1917), "Αγάπη στο χωριό" (1910), "O πύργος του Aκροποτάμου" (1915), "Τάσω, Στο σκοτάδι και άλλα διηγήματα" (1916), "Aννιώ" και άλλα διηγήματα (μεταθανάτια έκδοση, 1923), "Υπεράνθρωπος" (1915
).

Κριτικό έργο: μελέτες για τους
Παλαμά, Κρυστάλλη, Καμπύση κα. και γενικότερες μελέτες για τον συμβολισμό ("Η ψυχολογία του συμβολισμού") και τον σοσιαλισμό ("Σοσιαλισμός και Τέχνη", "Σοσιαλισμός και γλώσσα"). Είναι αξιοσημείωτο ότι με αρκετές μελέτες επιχείρησε να ανατρέψει καθιερωμένες απόψεις ακόμα και για λογοτέχνες όπως οι Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και Κωστής Παλαμάς
, επισημαίνοντας αρνητικά στοιχεία του έργου τους.

Το μεταφραστικό του έργο στον τομέα του θεάτρου στόχευε στην καθιέρωση της δημοτικής, στην ανανέωση του θεατρικού ρεπερτορίου, στο οποίο κυριαρχούσαν κακής ποιότητας γαλλικά έργα και στην διεύρυνση των οριζόντων του θεατρικού κοινού.