ΚΑΣΤΕΛΙ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ (ΚΑΣΤΡΟ ΑΝΤΙΡΡΙΟΥ)



Τα δύο Ρία (Ρίον και Αντίρριον), οι κατά τον Ρωμαίο Λίβιο "σιαγόναι του Κορινθιακού Κόλπου", διαδραμάτισαν ιδιαίτερο ρόλο κατά τους νεώτερους χρόνους, όταν ο σουλτάνος Βογιατζήτ Β' μετέτρεψε το 1499 τις δύο ακτές σε "Κουτσούκ Τσανάκ Καλέ" ή "Μικρά Δαρδανέλλια", κατασκευάζοντας το Καστέλλι του Μορέως ή της Πάτρας (Ρίον) και το απέναντι Καστέλλι της Ρούμελης (Αντίρριον). Σαν συμπληρωματική δύναμη, το ένα του άλλου, με τα διασταυρούμενα πυρά των κανονιών τους, που εμπόδιζαν την δίοδο στα εχθρικά πλοία ή τα στερούμενα της σχετικής αδείας, ήταν επόμενο οι δύο καστροπολιτείες να είχαν την ίδια τύχη στην διαδρομή του χρόνου και την ίδια διαδοχή κατακτητών.


Μετά από 33 χρόνια τουρκικής παρουσίας ο Γενοβέζος Αντρέας Ντόρια καταλαμβάνει τα κάστρα, τα οποία όμως κρατά μόνο για έξι μήνες γιατί οι επιστρέψαντες Οθωμανοί τα επαναποκτούν τον Απρίλιο του 1533 και τα κρατούν μέχρι το 1603, όπου τα καταστρέφουν οι Ιππότες της Μάλτας γνωστοί και ως Ιωαννίτες Ιππότες της Ρόδου.

Στο μεταξύ, είχε προηγηθεί η "Sacra Lega" δηλαδή "Η Ιερή Συμμαχία" των χριστιανικών δυνάμεων της Ευρώπης, που με τον στόλο της, υπό τον Δον Ζουάν τον Αυστριακό, κατατρόπωσαν τους Οθωμανούς στην περίφημη "Ναυμαχία της Ναυπάκτου" ή "Battalia di Lepanto" στις 7-10-1571, μετατρέποντας όλη τη θαλάσσια περιοχή σ' ένα τεράστιο υδάτινο νεκροταφείο με τα 32.000 πτώματα των σκοτωμένων στρατιωτών να επιπλέουν μεταξύ Ρίου και Αντιρρίου και να φτάνουν μέχρι τον Πατραϊκό Κόλπο. Τότε πλησίον του Ρίου, στον Πάνορμο, δημιουργήθηκε χριστιανικό νεκροταφείο και ναός αφιερωμένος στον Αγ. Γεώργιο.

Η συνεχιζόμενη διαμάχη μεταξύ Τούρκων και Βενετών για τον έλεγχο της Πελοποννήσου έφερε και πάλι τα κάστρα του Ρίου και του Αντιρρίου στο πολεμικό προσκήνιο το καλοκαίρι του 1687. Ο στρατάρχης Φραγκίσκος Μοροζόνι μετά από ανελέητο κανονιοβολισμό κυριεύει τα καστέλλια, τα οποία με την εποπτεία του Ενετού Βαρβαρίνου επουλώνουν τις πληγές τους. Μεγαλύτερες ζημιές είχε πάθει το κάστρο του Αντιρρίου από την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης που προκάλεσαν οι Τούρκοι στην προσπάθειά τους να διαφύγουν. Αυτή την εποχή κατασκευάζονται στο κάστρο του Ρίου ένα νέο περιτείχισμα ο ναός της Παρθένου της Υγείας (Ζωοδόχου Πηγής) και τα προπύργια του Αγίου Μάρκου, Αγίας Μαρίας και Αγίου Αντωνίου. Επίσης, αυτή την εποχή, μεταφέρεται στον Ρίον από την Πάτρα, η Διοίκηση και το Ταμείο των Ενετών, αποκτώντας το κάστρο του μεγαλύτερη ισχύ και σημασία.

Το μισοφέγγαρο θα ξαναϋψωθεί και στα δύο φρούρια τον Αύγουστο του 1715 με την σαρωτική επανεμφάνιση των Οθωμανών, που εγκαινιάζουν την Β' Τουρκοκρατία και η οποία θα λήξει μετά από 113 χρόνια, το 1828 όταν οι στρατιωτικές δυνάμεις του στρατηγού Μαιζών και ο στόλος των 3ων Συμμαχικών Δυνάμεων θα διώξουν τον Αιγύπτιο Ιμπραήμ και τις ορδές του από την Πελοπόννησο.

Το κάστρο του Ρίου, που παραδόθηκε στους Γάλλους στις 30-10-1828, παρέλαβε και έγινε ο πρώτος φρούραρχός του, ο Κρητικός αξιωματικός Νικόλαος Τριτάκης, ενώ τη συνθήκη για την παράδοση του κάστρου του Αντιρρίου την υπέγραψε ο Αυγουστίνος Καποδίστριας αδελφός του Α' Κυβερνήτη της Ελλάδας.

Ο Γάλλος διπλωμάτης Λουδοβίκος Αύγουστος Φελίξ Μπωζούρ (1765-1863) στο έργο του "Ταξίδι στην Οθωμανική αυτοκρατορία" περιγράφει με λεπτομέρειες και γλαφυρότητα την κατάσταση των δύο κάστρων, ενώ ο Πουκεβίλ μας πληροφορεί ότι το 1821 υπήρχε χωριό στο Ρίον με 180 οικογένειες Ελλήνων και Τούρκων, που έλεγχαν την μεγάλη πεδιάδα με το όνομα "Ο κάμπος του Κάστρου", δηλαδή Καστελόκαμπος.

Οι πηγές (Νουχάκης, Κούνδουρος κ.α.) αναφέρουν την ύπαρξη, από το 1889, του οικισμού του Αγίου Γεωργίου με 421 κατοίκους και λίγο αργότερα του οικισμού Ζαϊμαίκα με 830 κατοίκους, ενώ από το 1831 το κάστρο του Ρίου είχε μεταβληθεί σε φυλακή - κάτεργο, κάτι που απέφυγε το κάστρο του Αντιρρίου, όχι όμως και τις κακοποιήσεις από τους τελευταίους κατακτητές (Ιταλούς) και τους σύγχρονους Έλληνες. Το πέρασμα Ρίου - Αντιρρίου, ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε για το διαμετακομιστικό εμπόριο, αν και δεκάδες μικρά ιστιοφόρα έκαναν την διαδρομή, όπως μαρτυρεί ο Μανζάρ στα απομνημονεύματά του, παρά μόνο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η μετάβαση προϊόντων από την Πάτρα, το μεγάλο συλλεκτικό και διαμετακομιστικό κέντρο, προς την Στερεά Ελλάδα και από εκεί προς την Ήπειρο, γινόταν μέσω του Μεσολογγίου και του Γαλαξιδίου στην αρχή και αργότερα μέσω του Κρυονερίου με το ατμόπλοιο "Καλυδώνα".

Πρώτος, που συνέλαβε την ιδέα για την αξιοποίηση των δύο Ρίων, προς όφελος του εμπορίου, ήταν ο "πατέρας των συγκοινωνιακών μέσων", ο Χαρ. Τρικούπης, ο οποίος μαζί με τον σιδηρόδρομο, την Κωπαϊδα, τον Ισθμό της Κορίνθου είχε ονειρευθεί και την ζεύξη με γέφυρα του Ρίου - Αντιρρίου κατά τα αμερικανικά πρότυπα. Μετά την "πτώχευση της Ελλάδος" η ιδέα ξεχάστηκε μέχρι το 1977 την οποία ανέσυρε από την λήθη και την έφερε στο προσκήνιο το Πανεπιστήμιο Πατρών επί πρυτανίας Κων. Γούδα.